εκτεξις

εκτεξις
    ἔκτεξις
    ἔκ-τεξις
    -εως ἥ деторождение, роды Arst., Sext.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "εκτεξις" в других словарях:

  • έκτεξις — ἔκτεξις, η (Α) τοκετός, γέννα …   Dictionary of Greek

  • ἔκτεξις — child birth fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκτέξει — ἔκτεξις child birth fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἐκτέξεϊ , ἔκτεξις child birth fem dat sg (epic) ἔκτεξις child birth fem dat sg (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔκτεξιν — ἔκτεξις child birth fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκτέξεως — ἐκτέξεω̆ς , ἔκτεξις child birth fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»